Η Λέσβος με την πλούσια πολιτιστική κληρονομιά, το πλήθος των παλαιοντολογικών ευρημάτων και τις ποικίλες φυσικές ομορφιές έχει και μια πλούσια και ενδιαφέρουσα χλωρίδα. Έχει έκταση 1.672.000 στρέμματα, από την άποψη δε αυτή, είναι το έβδομο νησί της Μεσογείου και το τρίτο σ’ όλη την Ελλάδα, μετά την Κρήτη και την Εύβοια. Μορφολογικά διαιρείται σε τέσσερα χαρακτηριστικά τμήματα, που κάθε ένα περιέχει τα σπουδαιότερα όρη: α) Το Β.Α. τμήμα, με κύριο ορεινό όγκο τον Λεπέτυμνο (968 μ.). β) Το Δ. τμήμα, με κύριο ορεινό όγκο τον Όρδυμνο (512 μ.). γ) Το κεντρικό τμήμα, που περικλείεται μεταξύ των κόλπων Καλλονής και Γέρας, με κύριο ορεινό όγκο τον Όλυμπο (967 μ.). δ) Το Ν.Α. τμήμα, που περιέχει το βουνό Αμαλή (527 μ.), νότια της Μυτιλήνης Από τα 1.672.000 στρέμματα του νησιού, αδρομερώς, μπορούμε να πούμε ότι η κατάταξη των εκτάσεων αυτών, από εδαφοπονική άποψη, παρουσιάζει την παρακάτω μορφή: α) Γεωργικές εκτάσεις 630.000 στρ. ή 37,7%. β) Οικισμοί και άγονες εκτάσεις 92.000 στρ. ή 5,5%. γ) Χορτολιβαδικές εκτάσεις 606.000 στρ. ή 36,2%. δ) Δάση και δασικές εκτάσεις 344.000 στρ. ή 20,6%. Γενικά μπορούμε να πούμε ότι το ανάγλυφο του νησιού είναι ορεινό - ημιορεινό. Οι πεδιάδες είναι ελάχιστες και μικρές, σπουδαιότερες των οποίων είναι: Καλλονής, Γέρας, Ερεσού, Ιππείου - Συκούντας και Πέτρας Το κλίμα του νησιού, όπως σε όλες τις χώρες της ανατολικής λεκάνης της Μεσογείου, παρουσιάζει το έτος διηρημένο σε δύο χαρακτηριστικές μετεωρολογικές περιόδους: στη θερμή περίοδο (αρχίζει από τον Απρίλιο και τελειώνει περίπου τέλος Οκτωβρίου) και στην ψυχρή περίοδο (που αρχίζει τον Νοέμβριοι και τελειώνει τον Μάρτιο). Τόσο ο χειμώνας όσο και το καλοκαίρι εισχωρούν μέσα στο φθινόπωρο και την άνοιξη. Οι πρώτες βροχές εμφανίζονται συνήθως τον Οκτώβριο και σταματούν τέλη Απριλίου με αρχές Μαΐου. Γενικά ο χειμώνας είναι ψυχρός, σπάνια όμως η θερμοκρασία πέφτει κάτω του μηδενός. Το καλοκαίρι η θερμοκρασία δεν είναι πολύ υψηλή, λόγω της θάλασσας, αν και υπάρχουν περιορισμένες ημέρες καύσωνα. Στο νησί επικρατούν κύρια οι βόρειοι - βορειοανατολικοί άνεμοι, οι οποίοι έχουν σαν αποτέλεσμα τον περιορισμό της νέφωσης, με επακόλουθο το νησί να έχει μεγάλο αριθμό ωρών - ημερών με ηλιοφάνεια. Η Λέσβος έρχεται δεύτερη σε ηλιοφάνεια, μετά την Ρόδο, 2.734 ώρες. Ο μέσος όρος του ύψους της βροχής για τη Λέσβο είναι 725,00 χιλ. Με καταγραμμένα 734 είδη φυτών, τα οποία ανήκουν σε 411 γένη και 100 οικογένειες, η Λέσβος θεωρείται ένα από τα πλούσια σε χλωρίδα και βιοποικιλότητα μέρη. Στο γεγονός αυτό συνέβαλαν παράγοντες όπως το κλίμα, η μορφολογία του εδάφους, ο πλούσιος οριζόντιος διαμελισμός της, η ποικιλία των πετρωμάτων της, η γεωγραφική της θέση, η παρουσία πολλών μόνιμων και πρόσκαιρων υγρότοπων, η μακρόχρονη ανθρώπινη επίδραση κ.ά. Είναι δε χαρακτηριστικό πως υπάρχει σαφής διαφοροποίηση στην εμφάνιση φυτών από περιοχή σε περιοχή της Λέσβου, ιδιαίτερα από τα δυτικά προς τα ανατολικά, από τα ορεινά στα παράκτια κλπ. αλλά και από εποχή σε εποχή. Το νησί θα μπορούσε ίσως να χαρακτηριστεί «βοτανικός παράδεισος» και λόγω του πλούτου του και της ιδιαιτερότητάς του προσήλκυσε πολλούς ερευνητές, ιδιαίτερα από τον 19ο αι. και μέχρι και σήμερα υπολογίζεται ότι η χλωρίδα της Λέσβου περιλαμβάνει περισσότερα από 1400 είδη και υποείδη. Στη Δυτική Λέσβο, όπου βρίσκεται και το Απολιθωμένο Δάσος, συναντάμε κυρίως χαμηλή φρυγανική βλάστηση και βοσκοτόπια. Προχωρώντας ανατολικά, κυριαρχούν δάση πεύκης και βελανιδιάς, αλλά και απέραντες εκτάσεις με ελαιώνες. Στις όχθες των ποταμών υπάρχει ένα ιδιαίτερο οικοσύστημα, που στολίζεται από πανέμορφα θαμνώδη φυτά. Σε μικρούς αβαθείς λάκκους, οι οποίοι συγκρατούν νερό τους χειμερινούς μήνες, συναντάμε μια πολύ ενδιαφέρουσα ποικιλία υδρόφιλων φυτών, πολλά από τα οποία είναι σπάνια, διαφόρων οικογενειών, τα οποία συνήθως έχουν μέγεθος λίγων εκατοστών. Σε διάφορα μέρη της Λέσβου έχουν βρεθεί ιδιαίτερης ομορφιάς και σπανιότητας ορχιδέες, αλλά και άλλα φυτά που φύονται σε σχετικά υγρές περιοχές, χωρίς να είναι αυστηρά υδρόφιλα. Η Λεσβιακή φύση αποτελεί από μόνη της έναν υπέροχο πολύχρωμο πίνακα, ο οποίος αλλάζει κάθε εποχή Η Λέσβος λοιπόν, λόγω των ευνοϊκών εδαφοκλιματικών αυτών συνθηκών, έχει μια από τις πλουσιότερες χλωρίδες του κόσμου, ιδίως σε ό,τι αφορά τα αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά, πολλά από τα οποία είναι συγχρόνως και μελισσοτροφικά. Οι ιδιότητές τους αυτές, έχουν εκτιμηθεί από τον λαό και τους επιστήμονες, εδώ και πάρα πολλά χρόνια και γι’ αυτό σε πολλές χώρες μερικά από τα φυτά αυτά αποτελούν αντικείμενο οικονομικής εκμετάλλευσης. Σε μερικά από αυτά τα αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά της Λέσβου θα αναφερθούμε αναλυτικά παρακάτω Τα σπάνια φυτά της Λέσβου - Το alyssum lesbiacum είναι, όπως φαίνεται, το μοναδικό ενδημικό είδος του νησιού. Στο «Κόκκινο Βιβλίο» των φυτών κατατάσσονται τρία είδη της λεσβιακής χλωρίδας στα «τρωτά». Αυτά είναι: Cephalanthera epipactoides, Comperia Comperiana και Cyclamen persicum. Είδη της Ανατολής, όπως το Rhododentdron luteum (Ροδόδεντρο, στην περιοχή της Πτερούντας) και το Haplophyllum megalanthum βρίσκονται μόνο στη Λέσβο και πουθενά αλλού στην Ελλάδα, ενώ άλλα είδη, όπως Osmunda regalis, Dadisca cannabina, Dianthus anatolicus, Corydalis integra, Ranunculus isthmicus, Sphagnum cuspidatum κ.ά. απαντώνται πολύ σπάνια στον ελλαδικό χώρο [Πηγές: 1) Παναγιώτης Σεραΐδης, «Φυτά της Λέσβου», Μυτιλήνη 2000. 2) Νίκος Ζούρος, Γιάννης Καρατζάς, Μαίρη Γιαννέλλη, «Δυτική Λέσβος. Περί πετρωμάτων, Φυτών και Ζώων», Έκδοση Δήμου Ερεσού Αντίσσης 2004]